25 Dezember 2022 – Χριστούγεννα

Geburt unseres Herrn Jesus Christus

Lesungen in der Göttlichen Liturgie (Basilius-Liturgie)

Απόστολος, Γαλ. (4, 4-7)

Αδελφοί, ὅτε ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν. Ὅτι δέ ἐστε υἱοί, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸ Πνεῦμα τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ εἰς τὰς καρδίας ὑμῶν, κρᾶζον· ἀββᾶ ὁ πατήρ. ὥστε οὐκέτι εἶ δοῦλος, ἀλλ‘ υἱός· εἰ δὲ υἱός, καὶ κληρονόμος Θεοῦ διὰ Χριστοῦ.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, όταν έφτασε η ώρα που είχε καθορίσει ο Θεός, έστειλε τον Υιό του. Γεννήθηκε από μια γυναίκα και υποτάχτηκε στο νόμο, για να εξαγοράσει αυτούς που ήταν υπόδουλοι στον νόμο, για να γίνουμε παιδιά του Θεού. Κι επειδή πραγματικά είστε παιδιά του, ο Θεός απέστειλε το Πνεύμα του Υιού του στίς καρδιές μας, και αυτό φωνάζει: «Αββά, Πατέρα μου!». Συνεπώς, δεν είσαι πια δούλος, αλλά παιδί του Θεού. Και ως παιδί του που είσαι, θα γίνεις κληρονόμος του δια του Χριστού.

Epistel (Gal 4,4-7):

Brüder, als die Zeit erfüllt war, sandte Gott seinen Sohn, geboren von einer Frau und dem Gesetz unterstellt, damit er die freikaufe, die unter dem Gesetz stehen, und damit wir die Sohnschaft erlangen. Weil ihr aber Söhne seid, sandte Gott den Geist seines Sohnes in unser Herz, den Geist, der ruft: Abba, Vater. Daher bist du nicht mehr Sklave, sondern Sohn; bist du aber Sohn, dann auch Erbe, Erbe durch Gott.

Ευαγγέλιο, (Ματθ. Β’, 1- 20)

Η απεικόνιση της Γέννησης του Χριστού - Αγιογραφία στον Ιερό Ναό του Αγίου Ανδρέου Ντύσσελντορφ - Από το βιβλίο «Εικόνων Μυσταγωγία» του πατρός Ιωάννου Ψαράκη.
Η απεικόνιση της Γέννησης του Χριστού – Αγιογραφία στον Ιερό Ναό του Αγίου Ανδρέου Ντύσσελντορφ – Από το βιβλίο «Εικόνων Μυσταγωγία» του πατρός Ιωάννου Ψαράκη.

Τοῦ Ἰησοῦ γεννηθέντος ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας ἐν ἡμέραις Ἡρῴδου τοῦ βασιλέως, ἰδοὺ μάγοι ἀπὸ ἀνατολῶν παρεγένοντο εἰς Ἱεροσόλυμα λέγοντες· ποῦ ἐστιν ὁ τεχθεὶς βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; εἴδομεν γὰρ αὐτοῦ τὸν ἀστέρα ἐν τῇ ἀνατολῇ καὶ ἤλθομεν προσκυνῆσαι αὐτῷ. Ἀκούσας δὲ Ἡρῴδης ὁ βασιλεὺς ἐταράχθη καὶ πᾶσα Ἱεροσόλυμα μετ᾿ αὐτοῦ, καὶ συναγαγὼν πάντας τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς τοῦ λαοῦ ἐπυνθάνετο παρ᾿ αὐτῶν ποῦ ὁ Χριστὸς γεννᾶται. οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας· οὕτω γὰρ γέγραπται διὰ τοῦ προφήτου· καὶ σὺ Βηθλεέμ, γῆ Ἰούδα, οὐδαμῶς ἐλαχίστη εἶ ἐν τοῖς ἡγεμόσιν Ἰούδα· ἐκ σοῦ γὰρ ἐξελεύσεται ἡγούμενος, ὅστις ποιμανεῖ τὸν λαόν μου τὸν ᾿Ισραήλ. Τότε Ἡρῴδης λάθρα καλέσας τοὺς μάγους ἠκρίβωσε παρ᾿ αὐτῶν τὸν χρόνον τοῦ φαινομένου ἀστέρος, καὶ πέμψας αὐτοὺς εἰς Βηθλεὲμ εἶπε· πορευθέντες ἀκριβῶς ἐξετάσατε περὶ τοῦ παιδίου, ἐπὰν δὲ εὕρητε, ἀπαγγείλατέ μοι, ὅπως κἀγὼ ἐλθὼν προσκυνήσω αὐτῷ. Οἱ δὲ ἀκούσαντες τοῦ βασιλέως ἐπορεύθησαν· καὶ ἰδοὺ ὁ ἀστὴρ ὃν εἶδον ἐν τῇ ἀνατολῇ προῆγεν αὐτούς, ἕως ἐλθὼν ἔστη ἐπάνω οὗ ἦν τὸ παιδίον· ἰδόντες δὲ τὸν ἀστέρα ἐχάρησαν χαρὰν μεγάλην σφόδρα, καὶ ἐλθόντες εἰς τὴν οἰκίαν εἶδον τὸ παιδίον μετὰ Μαρίας τῆς μητρὸς αὐτοῦ, καὶ πεσόντες προσεκύνησαν αὐτῷ, καὶ ἀνοίξαντες τοὺς θησαυροὺς αὐτῶν προσήνεγκαν αὐτῷ δῶρα, χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν· καὶ χρηματισθέντες κατ᾿ ὄναρ μὴ ἀνακάμψαι πρὸς Ἡρῴδην, δι᾿ ἄλλης ὁδοῦ ἀνεχώρησαν εἰς τὴν χώραν αὐτῶν.

Νεοελληνική Απόδοση

Όταν ο Ιησούς γεννήθηκε στη Βηθλεὲμ της Ιουδαίας στις μέρες του βασιλιά Ηρῴδη, σοφοὶ αστρολόγοι απ‘ τα μέρη της ανατολής ήρθαν στα Ιεροσόλυμα και είπαν· Πού είναι ο βασιλιάς των Ιουδαίων, που τώρα τελευταία γεννήθηκε; Διότι είδαμε τον αστέρα του στην ανατολή και ήρθαμε να τον προσκυνήσουμε. Όταν όμως ο βασιλιάς Ηρῴδης άκουσε αυτά, ταράχθηκε και μαζὶ του και οι κάτοικοι όλης της πόλης των Ιεροσολύμων. Και αφοὺ μάζεψε ο Ηρῴδης όλους τους αρχιερείς και τους γραμματείς του λαού, ζητούσε να μάθῃ σε ποιό μέρος σύμφωνα με τις προφητείες πρόκειται να γεννηθεί ο Χριστός. Αυτοί του είπαν‘ στη Βηθλεὲμ της Ιουδαίας, διότι έτσι έχει γραφεί δια μέσου του προφήτου, Και σύ, Βηθλεέμ, της φυλῆς του Ιούδα, καθόλου μικρότερη απ‘ τις πόλεις, ποὺ ηγεμονεύουν στην χώρα του Ιούδα. Απο σένα θα προέλθει άρχοντας, που θα ποιμάνει τον λαό μου τον Ισραήλ. Τότε ο Ηρῴδης, κρυφά κάλεσε τους μάγους και εξακρίβωσε απο αυτούς το χρόνο, αφ’ ότου φάνηκε το άστρο. Και αφού τους έστειλε στη Βηθλεέμ, είπε· Πηγαίνετε εκεί και εξετάστε με ακρίβεια για το παιδί και για ότι βρείτε, ειδοποιήστε με, για να έρθω και γώ στη Βηθλεὲμ να το προσκυνήσω. Αυτοί ακούγοντας τον βασιλιά, έφυγαν για τη Βηθλεέμ. Και να το άστρο που είδαν στην ανατολή, πήγαινε μπρὸς τους, έως ότου ήρθε και στάθηκε πάνω απ‘ το σπίτι, που ήταν τὸ παιδί. Όταν είδαν τον αστέρα οι μάγοι χάρηκαν με πολύ μεγάλη χαρά. Και αφού ήρθαν στο σπίτι, είδαν το παιδί με τη μητέρα του Μαρία, έπεσαν κατά γης το προσκύνησαν, και ανοίγοντας τα θησαυροφυλάκια τους, του πρόσφεραν δώρα, χρυσό, λιβάνι και σμύρνα. Και αφού έλαβαν απ‘ τον Θεό οδηγία σε όνειρο να μην ξαναγυρίσουν στον Ηρώδη, ανεχώρησαν από άλλο δρόμο στην πατρίδα τους.

Evangelium (Mt 2, 1-12):

Als Jesus zur Zeit des Königs Herodes in Betlehem in Judäa geboren worden war, kamen Sterndeuter aus dem Osten nach Jerusalem und fragten: Wo ist der neugeborene König der Juden? Wir haben seinen Stern aufgehen sehen und sind gekommen, um ihm zu huldigen. Als König Herodes das hörte, erschrak er und mit ihm ganz Jerusalem. Er ließ alle Hohenpriester und Schriftgelehrten des Volkes zusammenkommen und erkundigte sich bei ihnen, wo der Messias geboren werden solle. Sie antworteten ihm: In Betlehem in Judäa; denn so steht es bei dem Propheten: Du, Betlehem im Gebiet von Juda, bist keineswegs die unbedeutendste unter den führenden Städten von Juda; denn aus dir wird ein Fürst hervorgehen, der Hirt meines Volkes Israel. Danach rief Herodes die Sterndeuter heimlich zu sich und ließ sich von ihnen genau sagen, wann der Stern erschienen war. Dann schickte er sie nach Betlehem und sagte: Geht und forscht sorgfältig nach, wo das Kind ist; und wenn ihr es gefunden habt, berichtet mir, damit auch ich hingehe und ihm huldige. Nach diesen Worten des Königs machten sie sich auf den Weg. Und der Stern, den sie hatten aufgehen sehen, zog vor ihnen her bis zu dem Ort, wo das Kind war; dort blieb er stehen. Als sie den Stern sahen, wurden sie von sehr großer Freude erfüllt. Sie gingen in das Haus und sahen das Kind und Maria, seine Mutter; da fielen sie nieder und huldigten ihm. Dann holten sie ihre Schätze hervor und brachten ihm Gold, Weihrauch und Myrrhe als Gaben dar. Weil ihnen aber im Traum geboten wurde, nicht zu Herodes zurückzukehren, zogen sie auf einem anderen Weg heim in ihr Land.