Του π. Ιωάννου Ψαράκη (Ντύσσελντορφ, 19.12.2000) Για την Εφημερίδα ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΝΩΜΗ Ντύσσελντορφ
Δυο φορές μέσα στον περασμένο Νοέμβριο είχα την ευκαιρία να δω και να σπουδάσω κατά δύναμη στην Tonhalle του Duesseldorf την έκθεση έργων γλυπτικής και ζωγραφικής των ελλήνων καλλιτεχνών Χρύσας Πολάκη-Μπραντμάρκερ, Βασιλικής Καραμπα τάκη- Φίνε και Παναγιώτη Χριστογιάννη, που είχε οργανωθεί από τη Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού στα πλαίσια ελληνικού πολιτιστικού μήνα υπό την αιγίδα του Γεν. Προξένου στην πόλη μας κ.Καρόλου Γάδη.Είχα μάλιστα την τιμή και την ευκαιρία να συνομιλήσω με τους εκλεκτούς καλλιτέχνες δημιουργούς και να «ξεναγηθώ» στα πρωτότυπα και αξιοπρόσεκτα έργα τους (με την κ.Πολάκη είχα μιλήσει άλλη φορά). Δε σκοπεύω παρά ταύτα να τολμήσω την οποιαδήποτε παρουσίαση ή κριτική των έργων και της έκθεσης. Χρειάζονται γιαυτό καλλιτεχνικές ευαισθησίες, ειδικές γνώσεις και άλλα προσόντα που δε διαθέτω. Σημειώνω μόνο το δίκαιο έπαινο, τον προσωπικό μου θαυμασμό, τη συγκίνηση και την περηφάνεια που ένοιωσα και την ευχή να γνωριζόμαστε όλο και περισσότερο με τους συμπατριώτες καλλιτέχνες και να χαιρόμαστε την επιτυχή τους πορεία στο ελληνικό και στο ξένο καλλιτεχνικό στερέωμα. Συγχαίρω επίσης τους οργανωτές και τον πάντα ακούραστο Γενικό μας Πρόξενο χωρίς την προθυμία και την όντως εθνική στράτευση του οποίου δε μπορούν να επιτύχουν παρόμοιες διοργανώσεις.
Αφορμή ωστόσο για τούτο το άρθρο πήρα από δυο έργα του ενός από τους τρείς αντιπαραθέτοντάς τα με την Έκθεση – προβολή της Ελλάδας και την αντίστοιχη των Σκοπίων στην ΕΧΠΟ του Αννοβέρου. Στο ένα είδα το Μεγαλέξαντρο με τον Αϊ-Γιώργη και στο άλλο την αρχαία ελληνική θεά Αθηνά με την Παναγιά. Οι δυο μεγάλοι άνδρες καβαλάρηδες στρατηλάτες της αρχαιότητας και της χριστιανικής βυζαντινής μας παράδοσης στο ένα, τα δυο αδιαμφισβήτητα γυναικεία σύμβολα της σοφίας και της σωτηρίας στη διαχρονική πορεία του Ελληνισμού στο άλλο. Είπα και πριν πως δεν κάνω κριτική ή παρουσίαση των έργων ή του ζωγράφου και συμπληρώνω εδώ πως δεν υπεισέρχομαι σε λεπτολόγες ερμηνείες και υποθετικές αρνητικές προεκτάσεις της προβαλλόμενης συνάντησης του προχριστιανικού με τον ορθόδοξο χριστιανικό Ελληνισμό. Δε μπορώ όμως να μην καταγράψω τη χαρά μου για την αποκάλυψη της ελληνικής ιστορικής, θρησκευτικής, πολιτιστικής και καλλιτεχνικής συνέχειας, η οποία μάλιστα αμφισβητήθηκε ή και αμφισβητείται εδώ στη δυτική Ευρώπη, αγνοείται ή υποβαθμίζεται επικίνδυνα από το επίσημο ελληνικό κράτος και απόθανατίζεται και προβάλλεται τελικά από το χρωστήρα ενός μάλλον άγνωστου για την Ελλάδα Έλληνα Μετανάστη, του Παναγιώτη Χριστογιάννη. Είναι σίγουρα περιττό να επιχειρήσω την οποιαδήποτε αναφορά στα προαναφερθέντα πρόσωπα ή ζευγάριαήρωες του ζωγράφου μας. Αρκεί να σημειώσω μόνο πως ο ελληνικός Χριστιανισμός, η Ορθοδοξία και ο νεότερος Ελληνισμός προϋποθέτουν τόσο την Αθηνά και το Μεγαλέξαντρο όσο και την Παναγιά και τους χριστιανούς μεγαλομάρτυρες και ούτε ερμηνεύονται ούτε κατανοούνται χωρίς αυτούς. Δεν πρόκειται για λεπτομέρειες της ελληνικής μυθολογίας ή για ψυχολογικές φαντασιώσεις αθεράπευτων θρησκευτικά φανατισμένων. Πρόκειτα για την ελληνική αυτοσυνειδησία και ταυτότητα, όπως βιώθηκε και βιώνεται αδιάκοπα από ακαδημαϊκούς και αγράμματους Έλληνες από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Η πορεία του Ελληνισμού, η γλώσσα του, η θρησκεία του, η επιβίωσή του, τα ιδανικά του, οι αγώνες του, οι ήρωές του, η λογοτεχνία του, η μουσική του, η ζωγραφική του, η αρχιτεκτονική του, ο λαϊκός του πολιτισμός και τόσα άλλα ταυτόσημα με τη ζωή του στοιχεία το επιβεβαιώνουν. Αν όμως έτσι έχουν τα πράγματα και εγώ ανήκω σ‘ εκείνους που πιστεύουν πως έτσι έχουν – τότε κάτι δεν πάει καλά στην Ελλάδα μας και πρέπει να διερωτηθούμε όλοι μας τί είναι αυτό και πώς θα το θεραπεύσουμε προτού θάψουμε τον Ελληνισμό με τα ίδια μας τα χέρια.
Καιρός όμως να διευκολύνω τον αναγνώστη να παρακαλουθήσει τους υπαινιγμούς μου. Όταν γινόταν τα εγκαίνια της παραπάνω έκθεσης, έκλεινε τις πύλες της η πολυδιαφημισμένη και πασίγνωστη ΕΧΡΟ του Αννοβέρου, στην οποία μετείχε και η Ελλάδα με πανάκριβο και εντυπωσιακό περίπτερο. Ενώ όμως χάρηκα για την έξοδο της χώρας μας στο διεθνές αυτό FORUM διαβάζω ξαφνικά σε έγκυρο ελληνικό περιοδικό (ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΚΑΤΑΛΛΑΓΗΣ, Αριθ. Φύλλου 58, σελίδα 511, της ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΚΡΗΤΗΣ) δίπλα από εξωτερική φωτογραφία του ελληνικού περιπτέρου: «ΕΧΠΟ 2000 στο Αννόβερο: Το ελληνικό Περίπτερο. Ο επισκέπτης βλέπει και ακούει πολλά για την αρχαία Ελλάδα, τη σοφία της και τους θεούς της. Και για τη σύγχρονη ομοίως. Για τα 2000 χρόνια χριστιανικής ζωής που μεσολάβησαν, ούτε μία λέξη, ούτε ένα σημάδι Απόλυτο κενό!» Και αμέσως μετά: «ΕΧΠΟ 2000 στο Αννόβερο: Η «Δημοκρατία της Μακεδονίας» δείχνει ότι γνωρίζει να αναπληρώνει (και να αξιοποιεί ) τέτοια κενά.» και παραθέτει φωτογραφία γνωστής εικόνας του Ιερού. Από « τυχαία; » σύμπτωση διάβασα την παραπάνω είδηση λίγη ώρα πριν να δω τους πίνακες του κ. Χριστογιάννη, οι οποίοι έγιναν για μένα στη συγκεκριμένη στιγμή λύτρωση και σωτηρία, αποψίλωση της απερίσκεπτης και ανώφελης αλλά και επικίνδυνης επιδειξιομανίας, απολογία και υπεράσπιση της ιστορικής αλήθειας, δίστομη μάχαιρα και έλεγχος των άσχετων «ειδημόνων», έντονη διαμαρτυρία κατά της κρατικής ανευθυνότητας και ιερό μνημόσυνο στους τάφους, στις ψυχές και τα ιερά κόκκαλα των μαρτύρων της ελληνικής ιστορίας και της ελληνικής Ορθοδο ξίας. Ναι, είναι απίστευτο αλλά αληθινό. Εμείς, οι δημιουργοί του Βυζαντίου και του μοναδικού και ανεπανάληπτου πολιτισμού του, οι δημιουργοί και της εν λόγω εικόνας, ντρεπόμαστε γιαυτό, το περιφρονούμε, το αρνούμαστε, το χαρίζουμε, το θάβουμε. Εκείνοι, οι αρμόδιοι του κράτους των Σκοπίων – που εμφανίζονται μόλις πριν από πενήντα χρόνια, το ιδιοποιούνται, το προβάλλουν κατάλληλα και εισπράττουν όχι μόνο των άλλων αλλά και τα δικά μας συγχαρητήρια καθώς μας ξεναγούν στον πολιτισμό μας.
Δε γνωρίζω ποιος και πόσο θα αποτιμήσει την αισθητική και την καλλιτεχνική αξία των εν λόγω πινάκων του κ. Χριστογιάννη. Εγώ διάβασα σ‘ αυτούς την ελληνική ιστορία και καταλάγιασαν λιγάκι μέσα μου η πικρία και η αγανάκτηση όχι όμως ο φόβος και η ανησυχία για το μέλλον της Μακεδονίας, της Θράκης, της Πατρίδας μου, της Ορθοδοξίας μου. Πανάριστος και πανθαύμαστος ο ύμνος των «νηπίων και θηλαζόντων», δεν αρκεί όμως για να σώσει τους λαούς των οποίων οι ταγοί και φύλακες αγνοούν ή απεμπολούν άκριτα την αλήθεια και την ψυχή τους, υιοθετούν και υπερασπίζονται ή συγκαλύπτουν την κάθε μορφή πλαστογράφησης της ιστορίας και εμπιστεύονται σε «φίλους» και συνασπισμούς αγνώστων σκοπιμοτήτων το παρόν και το μέλλον τους.